|
Ἀριθμ. πρωτ. 2717/ ΕΞ. /2001
Ἐν Ἀθήναις τῇ 4ῃ Δεκεμβρίου 2001
ΕΙΔΙΚΗ ΣΕΙΡΑ Β' ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΑ ΚΑΙ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ
Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ ὑπ' ἀριθμ. Θ'
Πρός
Τούς Εὐλαβεστάτους Ἐφημερίους
τῆς καθ` ἡμᾶς Ἁγιωτάτης Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν
Ἐνταῦθα
Θέμα: Ἡ Ἀπόδοση τῶν εὐχῶν τῆς Θ. Λειτουργίας
Ἀγαπητοί Ἀδελφοί καί Πατέρες,
Τό ζήτημα τοῦ τρόπου ἀποδόσεως τῶν εὐχῶν τῆς Θ. Λειτουργίας παρά τοῦ λειτουργοῦ ἱερέως ἔχει ἀπασχολήσει ἐπί μακρόν καί τήν Θεολογία, καί τήν Λειτουργική καί τήν Τελετουργική. Γιά τό ἴδιο ζήτημα ὑπάρχουν περισσότερες τῆς μιᾶς γνῶμες, καθώς ἄλλοι μέν ἰσχυρίζονται ὅτι ὅλες οἱ εὐχές πρέπει νά διαβάζονται "μυστικῶς", ἄλλοι "χαμηλοφώνως", καί ἄλλοι "ἐκφώνως", ἄλλοι "μεγαλοφώνως" ὥστε νά τίς παρακολουθοῦν οἱ πιστοί. Θέλοντας νά ρυθμίσει σωστά τό ζήτημα ἡ Ἱ.Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας μας, πού συνῆλθε κατ` Ὀκτώβριον τοῦ 1999, ἀσχολήθηκε καί μέ τό ζήτημα αὐτό, στά πλαίσια μιᾶς γενικωτέρας συζητήσεως πού ἔγινε μέ ἀντικείμενο τήν λειτουργική ἀνανέωση, καί ἔδωσε σαφεῖς ὁδηγίες ὡς πρός τόν τρόπο ἀπόδοσης τῶν εὐχῶν. Οἱ ὁδηγίες μάλιστα αὐτές συμπεριελήφθησαν, μαζί μέ πολλές ἄλλες, στήν ὑπ` ἀριθμ. 2683 τῆς 8/11/1999 Ἐγκύκλιόν της, πού ἰσχύει σέ ὅλη τήν Ἐκκλησία μας. Ἐμεῖς, ἔχοντας ὑπ` ὄψιν τά ὅσα περιλαμβάνει ἡ Ἐγκύκλιος αὐτή γιά τό θέμα μας, ἀλλά καί τά νεώτερα πορίσματα τῶν λειτουργικῶν ἐρευνῶν, ὅπως αὐτά προέκυψαν ἀπό τά δύο λειτουργικά Συμπόσια, πού ὠργανώθησαν ἀπό τήν Ἱ. Σύνοδο στό Βόλο (Μάϊος 2000) καί στή Θεσσαλονίκη (Ὀκτώβριος 2001), ἐπιθυμοῦμε νά ἀναπτύξουμε μέ κάθε δυνατή σαφήνεια ὅλα ὅσα ἀφοροῦν στίς λειτουργικές εὐχές, ὥστε νά βοηθήσουμε τούς λειτουργούς μας ἱερεῖς στήν ὀρθότερη ἀπόδοσή των.
Α - ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
- Καί κατ` ἀρχήν πρέπει νά ποῦμε ὅτι κάθε τι μέσα στή Θ. Λατρεία μας καί ἰδιαίτερα μέσα στή Θ. Λειτουργία μας ἔχει τήν πρέπουσα θέση του, ἡ ὁποία βέβαια δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τήν θρησκευτική ἤ συναισθηματική ἤ εὐσεβιστική φόρτιση τοῦ λειτουργοῦ ἱερέως. Ἄρα δέν πρέπει κάθε λειτουργός νά εἰσάγει στή Θ. Λειτουργία δικούς του τρόπους καί συνήθειες συμπεριφορᾶς, ἀλλά νά ἀκολουθεῖ αὐτά πού λέγει κάθε φορά ἡ Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία μας λοιπόν διά τῆς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας της ἔχει καθορίσει πότε, ποῦ καί πῶς λέγεται τό κάθε πράγμα. Κανείς δέν ἔχει τό δικαίωμα νά παραβλέπει αὐτά πού ἐντέλλεται ἡ Ἐκκλησία καί νά ἀκολουθεῖ ἰδίας ἐμπνεύσεως τακτική, ἔστω κι ἄν θέλει νά τήν ἐπενδύσει μέ τόν μανδύα τῆς εὐλαβείας. Μιά τέτοια τακτική θά ἐκινδύνευε νά προσεγγίσει τόν εὐσεβισμό μᾶλλον παρά τήν γνησία εὐσέβεια, καί νά γίνει πρόξενος ἀνωμαλίας πού ζημιώνει τίς ψυχές.
- Κατά τή Θεία Λειτουργία ὑπάρχουν τελούμενα καί δρώμενα πού δέν γίνονται ἀντιληπτά ἀπό τούς ἐκτός τοῦ Βήματος ἱσταμένους πιστούς. Ὑπάρχουν πράξεις πού τελοῦνται ἀπό τόν ἱερέα, ἀλλά δέν ὁρῶνται ἀπό τούς πιστούς. Τοῦτο ὀφείλεται καί στή διαμόρφωση τοῦ ἐσωτερικοῦ χώρου τοῦ Ἱ.Ναοῦ. Ἡ ὕπαρξη τοῦ Τέμπλου π.χ. ἀποκρύπτει ἀπό τά βλέμματα τῶν πιστῶν τά ἐντός τοῦ Ἁγ. Βήματος τελούμενα. Στό Ἅγιον Ὄρος μάλιστα κλείεται καί ἡ Ὡραία Πύλη σέ ὡρισμένες στιγμές τῆς Θ. Λειτουργίας ὥστε νά μή μποροῦν νά δοῦν τί γίνεται μέσα στό Ἱερό, ἀκόμη καί οἱ μοναχοί. Μέσα στήν Ἐκκλησία κυριαρχεῖ ἐν πολλοῖς ἡ γλῶσσα τῶν συμβόλων. Ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία, ὡς γνωστόν, διέκρινε τούς χριστιανούς καί δή τούς μετανοοῦντας σέ 5 κατηγορίες: στούς προσκλαίοντες, στούς ἀκροωμένους, στούς ὑποπίπτοντες, στούς συνισταμένους καί στούς κοινωνοῦντες. Κάθε κατηγορία εἶχε εἰδική θέση μέσα στό Ναό καί ἐδικαιοῦτο νά παρευρίσκεται μέχρις ὡρισμένου σημείου τῆς Θείας Λειτουργίας, πλήν τῆς 5ης κατηγορίας πού εἶχε τό δικαίωμα νά παραμείνει μέχρι τέλους. Μάλιστα οἱ "Διαταγές τῶν Ἀποστόλων" προβλέπουν ὅτι ὁ διάκονος ἐρευνᾶ κάθε τόσο ποῦ κάθεται ὁ καθένας καί ὅταν διαπιστώσει ὅτι κάποιος χριστιανός, ἐνῶ ἀνήκει στήν κατηγορία λ.χ. τῶν προσκλαιόντων, πού πρέπει νά στέκεται στόν Νάρθηκα, ἔχη μπεῖ μέσα στόν κυρίως Ναό καί παρακολουθεῖ τή Θεία Λειτουργία, ἐπεμβαίνει καί τόν ἐπαναφέρει στήν πρέπουσα θέση του. Ἑπομένως ὄχι ὅλοι οἱ χριστιανοί παρέμεναν μέχρι τέλους καί ὄχι ὅλοι συμμετεῖχαν στό μυστήριο καί ὄχι ὅλοι ἐγνώριζαν τά τελούμενα καί λεγόμενα καί δρώμενα. Βέβαια σήμερα οἱ τάξεις αὐτές τῶν μετανοούντων χριστιανῶν δέν ἰσχύουν. Σήμερα ὅλοι θεωροῦνται ἱκανοί νά μετέχουν τῶν ἁγιασμάτων, χωρίς καμμία διάκριση. Αὐτό ὅμως δέν πρέπει νά μᾶς ὁδηγήσει στό νά παραβλέψουμε τήν παιδαγωγική ἀξία πού ἔχει, ἰδίᾳ γιά τούς ἐξ αὐτῶν ἀσθενεστέρους περί τήν πίστη, ἡ ἀπόκρυψη ἀπ` αὐτῶν τῶν ἱερωτέρων στιγμῶν τῆς Θ. Λειτουργίας.
- Οἱ εὐχές δέν ἔχουν ὅλες τόν αὐτόν ἀποδέκτη καί δέν ὑπηρετοῦν ὅλες τόν αὐτόν σκοπό. Ὑπάρχουν εὐχές πού τίς λέγει ὁ λειτουργός ἱερεύς γιά τόν ἑαυτόν του, καί ὑπάρχουν ἄλλες πού λέγονται ἀπό τόν ἱερέα χάριν τῶν πιστῶν. Μέ τίς πρῶτες - πού βέβαια εἶναι ἐλάχιστες λ.χ. 1 ἤ 2 - ὁ ἱερεύς ζητεῖ ἀπό τόν Θεό νά παραβλέψει τίς ἁμαρτίες του καί νά τόν ἀξιώσει νά προσφέρει τήν ἀναίμακτη θυσία "ὑπέρ τῶν ἰδίων ἁμαρτημάτων ......." καί "μή εἰς κρῖμα ἤ εἰς κατάκριμα". Μέ τίς δεύτερες -πού εἶναι συντριπτικά περισσότερες - νά μετάσχει ὁ λαός ἀξίως στήν τράπεζα τῆς βασιλείας. Ἑπομένως ἄλλον σκοπό ὑπηρετοῦν οἱ μέν καί ἄλλον οἱ δέ. Κατά συνέπειαν τό περιεχόμενο καί ὁ σκοπός κάθε εὐχῆς προσδιορίζει καί τό ποιός ἤ ποιοί πρέπει νά τήν ἀκοῦν. Ἡ εὐχή λ.χ. "Κύριε ἐξαπόστειλον τήν χάριν σου .....", πού λέγει ὁ ἱερεύς κατά τόν "Καιρόν", δέν ὑπάρχει κανένας λόγος νά τήν ἀκούσει και ὁ λαός. Πρόκειται γιά εὐχή καθαρά προσωπική τοῦ ἱερέως γιά τόν ἑαυτόν του λεγόμενη.
Β - ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΕΠΟΥΣΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΩΝ ΕΥΧΩΝ
- Εἶναι σημαντικό νά τονίσουμε ὅτι οἱ εὐχές διαβάζονται ἀπό τόν λειτουργό ἱερέα, ἱστάμενο πρό τῆς Ἁγ. Τραπέζης. Ἐάν γίνεται συλλείτουργο, τίς εὐχές διαβάζει ὁ προεξάρχων, πού εἶναι καί ὁ προσφέρων τήν ἀναίμακτη θυσία. Μερικές ἐπί μέρους εὐχές δικαιοῦται ὁ προεξάρχων νά παραχωρήσει κατά σειράν εἰς τούς συλλειτουργούς του. Τοῦτο ὅμως δέν ἐπιτρέπεται νά γίνει γιά τίς εὐχές τῆς Ἀναφορᾶς, ἐν συνεχείᾳ τῶν ὁποίων ἐκφωνοῦνται τά Κυριακά λόγια δηλ. τό "Λάβετε φάγετε ....." καί τό "Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες .....", τά ὁποῖα ἀνήκουν ἀπαραιτήτως εἰς τόν προεξάρχοντα, ὁ ὁποῖος τελεῖ τήν θυσία. Ἡ συνήθεια πού μερικοί ἱερεῖς ἔχουν ἐπί συλλειτούργου νά διαβάζουν καί αὐτοί τίς εὐχές εἴτε παραλλήλως πρός τόν προεξάρχοντα, εἴτε καί προτρέχοντες αὐτοῦ, δέν εἶναι ὀρθή. Τοῦτο ἀποδεικνύει περιφρόνηση πρός τόν προεξάρχοντα, προπέτεια καί αὐθαιρεσία. Οἱ συλλειτουργοῦντες ἱερεῖς ἔχουν ἐνώπιόν των ἀνοικτήν τήν φυλλάδα καί παρακολουθοῦν ἀπό μέσα τίς εὐχές νά τίς διαβάζει εἰς ἐπήκοόν των ὁ πρῶτος ἱερεύς.
- Οἱ εὐχές πρέπει νά διαβάζονται ἀπό τόν λειτουργό στήν οἰκεία θέση, δηλ. "στήν ὥρα τους" καί ὄχι σέ ἄλλη ὥρα. Δέν πρέπει δηλ. νά ἀποσπῶνται ἀπό τήν φυσιολογική θέση τους καί νά λέγονται ἀποσπασμένες ἀπό τή λογική ἀλληλουχία πού ὑπάρχει ἀνάμεσα σ` αὐτές καί στίς ἐκφωνήσεις πού ἀποτελοῦν τήν κατάληξή των, δηλ. κατά σχῆμα προθύστερον. "Νά τηρῆται ἀπαραιτήτως ἡ ἀντιστοιχία αἰτήσεων καί ἐκφωνήσεων" λέγει ἡ Ἱ.Σύνοδος. Ὑπάρχουν λ.χ. ἱερεῖς πού ἀναγινωσκομένου τοῦ "Συμβόλου τῆς Πίστεως" ἐκεῖνοι διαβάζουν μυστικῶς τήν πρώτη εὐχή τῆς Ἀναφορᾶς "Ἄξιον καί δίκαιον......", χωρίς νά εἶναι ἐκεῖ ἡ θέση της. Ἡ συνήθεια αὐτή, ἔστω καί ἄν ὑπαγορεύεται ἀπό πρακτικούς λόγους, ἰδίως ὅταν λειτουργεῖ μόνος ἕνας ἱερεύς καί δέν ὑπάρχει διάκονος, πρέπει νά ἀποφεύγεται, γιατί προσδίδει στήν ὅλη τελετουργία καθαρά τυπική καί ἐξωτερική μορφή.
- Οἱ εὐχές διαβάζονται, ἄρα δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει ἄλλος τρόπος ἀπόδοσής των π.χ. αὐτός πού λέγεται "πάτημα μέ τό μάτι". Ὁ τρόπος αὐτός ἐξυπονοεῖ μιά μηχανική τρόπον τινα ἀπόδοση τῶν εὐχῶν, χωρίς ἀνάλογη πνευματική συμμετοχή, προδίδει "βαρυεστημάρα" καί ἐκθέτει τόν λειτουργό ἱερέα σέ δυσμενῆ γι` αὐτόν σχόλια. Ἡ τέτοια ἀπόδοση τῶν εὐχῶν προϋποθέτει τήν ἀντίληψη τοῦ "δέν βαρυέσαι. Ποιός ἀκούει, ποιός καταλαβαίνει;". Ἀλλά ἐδῶ εἶναι ἡ εὐθύνη μας. Ἄν κανείς δέν ἀκούει καί κανείς δέν καταλαβαίνει, τότε γιατί γίνεται ἡ Θ. Λειτουργία; Καί ποιός ἄλλος φταίει γιά τήν ἔλλειψη λειτουργικῆς ἀγωγῆς τοῦ ποιμνίου μας ἐκτός ἀπό ἐμᾶς;
Γ - ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΩΝ ΕΥΧΩΝ "ΧΑΜΗΛΟΦΩΝΩΣ"
- Ἡ συνοδική Ἐγκύκλιος σημειώνει ὅτι ἡ "ἀνάγνωσις τῶν εὐχῶν δέον νά γίγνηται "χαμηλοφώνως" (οὔτε δυνατά, οὔτε ψιθυριστά ὥστε νά παρέχηται ἡ δυνατότης παρακολουθήσεως ὑπό τῶν πιστῶν τῆς ἀλληλουχίας εὐχῶν καί ἐκφωνήσεων καί τῆς κανονικῆς δομῆς τῆς Θείας Λειτουργίας, τήν ὁποίαν λυμαίνεται ἡ ἀπόσπασις τῶν εὐχῶν ἐκ τῆς οἰκείας θέσεως καί σχέσεως πρός τά συμφραζόμενα καί συμψαλλόμενα). Ἑρμηνεύοντας σωστά τήν ὁδηγία αὐτή τῆς Ἱ. Συνόδου πρέπει ποῦμε ὅτι τό " χαμηλοφώνως " πού σημαίνει " οὔτε δυνατά, οὔτε ψιθυριστά " συνιστᾶ μιά ὀρθή καί μέ διάκριση ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος τῆς ἀπόδοσης τῶν εὐχῶν, ὥστε νά ἀποφεύγεται ἡ ἐντύπωση ὅτι μέσα στή Θεία Λειτουργία ὅλα ἐξισώνονται. Μετά τόν 9ον αἰῶνα ὁ τρόπος ἀπόδοσης τῶν εὐχῶν διεκρίνετο μέ τά ἐπιρρήματα " μυστικῶς ", " χαμηλοφώνως ", " ἐκφώνως ", " μεγαλοφώνως ", " λαμπρᾷ τῇ φωνῇ " κ.λπ. Ἡ ἀνάγνωσή των δηλ. ἐποίκιλλε ἀπό τοῦ " μυστικῶς " μέχρι καί τοῦ " ἐκφώνως " ἀνάλογα μέ τό περιεχόμενο κάθε εὐχῆς καί τόν σκοπό πού ὑπηρετοῦσε. Π. χ. οἱ εὐχές πού ὁ ἱερεύς ἔλεγε γιά τόν ἑαυτό του, ὥστε νά τόν ἀξιώσει ὁ Θεός νά τελέσει ἀκατακρίτως τή Θεία Λειτουργία, δέν χρειαζόταν καί δέν ἔπρεπε νά τίς ἀκούει ὁ λαός.
- Ἐδῶ καί πολλούς αἰῶνες, ἔχει ἐγκαταλειφθῆ ἀπό τήν Ἐκκλησία, ὡς προελέχθη, ἡ διάκριση τῶν χριστιανῶν στίς 5 παραπάνω κατηγορίες μετανοούντων. Αὐτό σημαίνει ὅτι χάθηκε πιά ἡ ἀντίληψη αὐτή περί τῆς ἁμαρτίας καί δέν ἐξασκεῖται αὐτή ἡ ποιμαντική τῶν μετανοούντων. Ἡ ἐκκοσμίκευση τῆς πίστεως καί ἡ ἀλλοίωση τῶν κριτηρίων μεταξύ πίστεως καί ἀπιστίας ἔκανε τήν Ἐκκλησία νά ἀντιδράσει ἔντονα. Μερικοί ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία προέβη τότε - πρίν ἀπό 1.000 χρόνια - σέ δύο ἐνέργειες. Πρῶτα μετεκίνησε τό Τέμπλο ἀπό τόν Νάρθηκα στό Ἱερό Βῆμα καί δεύτερον καθιέρωσε τή μυστική ἤ χαμηλόφωνη ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν, διασώζοντας τή μυστικότητα, τή σιωπή καί τή σεμνότητα τῶν μυστηρίων, ὅπου τοῦτο ἅρμοζε. Γιατί ὅταν τό κεκρυμμένο γίνεται φανερό καί ὅταν τό ἄφθεγκτο φθέγγεται καί τό πληροφορεῖται ὁ καθένας παύει νά εἶναι μυστήριο. Ἡ ἄποψη αὐτή ὅμως ἀντικρούεται ἀπό ἄλλους λειτουργιολόγους, πού ὑποστηρίζουν ὅτι δέν ἐπιβεβαιώνεται ἱστορικά ἡ σχέση μεταξύ τῆς μυστικῆς ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν, τῆς ὑψώσεως τοῦ Τέμπλου καί τῆς καταργήσεως τῆς τάξεως τῶν μετανοούντων. Ἄλλοι πάλιν ἔγκριτοι ἐπιστήμονες ὑποστηρίζουν ὅτι καί ἡ ἔννοια τοῦ μυστηρίου στόν Ἀπ. Παῦλο ἔχει διαφορετικό περιεχόμενο, ἀπορρίπτουν δηλ. τήν ἀρχαιοελληνική ἔννοια τῆς λέξεως καί προσλαμβάνουν τήν παύλειο ἔννοια, ὅπου τό ἀποκεκρυμμένο σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου " ἐφανερώθη " ἐν Χριστῷ.
- Μή ὑπαρχούσης σήμερα τῆς ποιμαντικῆς ἀντιμετωπίσεως τῶν ἁμαρτανόντων καί μετανοούντων πού ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία ἔχει καθιερώσει, ὅλοι οἱ χριστιανοί, ἀνεξαρτήτως βαθμοῦ πίστεως καί μετανοίας παρίστανται μέσα στό Ναό τελουμένης τῆς φρικτῆς θυσίας. Τοῦτο ἐνδεχομένως μπορεῖ νά σημαίνει ὅτι ὅλοι, καίτοι ἀνέτοιμοι καί ἀπαράσκευοι, μποροῦν νά παρίστανται στήν ἀναίμακτη ἱερουργία, μέ τήν ψευδαίσθηση ὅτι διαθέτουν τή μύηση στό μυστήριο. Ἡ ἄποψη αὐτή ἐκ πρώτης ὄψεως φαίνεται νά ὁδηγεῖ στήν ἀνάγκη ποιμαντικῆς ἀντιμετώπισης τοῦ προβλήματος τῆς ἁπλῆς, ὑπό τῶν ἀμυήτων, διανοητικῆς μέθεξης τῆς Θείας Λειτουργίας πού ἔχει σχέση μόνο μέ τή θέαση, τήν ἀκρόαση καί τή λογική κατανόηση τῶν λεγομένων καί πραττομένων. Κατά βάθος ὅμως ἐπιβάλλει τήν μέ κάθε τρόπο κατάλληλη διδαχή των, ὥστε νά εἶναι σέ θέση νά κατανοοῦν καί νά μετέχουν ἐνσυνείδητα στό μυστήριο.
- Μερικοί Ἀρχιερεῖς καί ἱερεῖς συνηθίζουν νά διαβάζουν τίς εὐχές "μεγαλοφώνως". Δικαιολογοῦνται ὅτι μέ τόν τρόπο αὐτό ἐπιδιώκουν τήν συμμετοχή καί τῶν πιστῶν στά τελούμενα. Ὅμως τά τελούμενα κατά τή Θεία Λειτουργία ἔχουν ἐσχατολογικό χαρακτῆρα καί βιώνονται ὄχι τόσο μέ τό μυαλό ὅσο μέ τήν καρδιά. Καί ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά συμμετέχουν στή βίωση τοῦ μυστηρίου. Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι πνευματική συμμετοχή στά παρελθόντα καί στά μέλλοντα γεγονότα τῆς Βασιλείας πού πραγματοποιεῖται μέ τήν κατάλληλη πνευματική ὑποδομή τῶν πιστῶν. Ἡ "ἐκφώνως" ἤ "μεγαλοφώνως" ἀπόδοση τῶν εὐχῶν ἀναιρεῖ τόν σημαντικό ρόλο τῶν συμβόλων στή Θ.Λατρεία καί καταργεῖ τήν ἀνάγκη ἑρμηνείας τῶν τελουμένων μέ τήν ὀρθολογιστική κατανόηση τῆς γλώσσης. Κατά ταῦτα ἡ ἐπιδιωκόμενη συμμετοχή ὅλων σέ ὅλα σήμερα εἶναι, ἐν ὄψει τῶν διαμορφωμένων συνθηκῶν, λανθασμένη κίνηση, διότι ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία ἀπό τήν ἀρχή καθιέρωσε βαθμίδες διάκρισης μεταξύ τῶν πιστῶν, καί ἰδίως μεταξύ κλήρου καί λαοῦ. Ἡ κατάργηση τῶν διακρίσεων τῶν χαρισμάτων καί ἡ ἰσοπέδωση λαοῦ καί κλήρου εἶναι προτεσταντική ἀντίληψη. Οἱ πιστοί δέν τελοῦν μαζί μέ τόν ἱερέα τό Μυστήριο, ἀλλά συμμετέχουν σ` αὐτό. Ἡ ἐκφωνητική ἀπόδοση ὅλων τῶν εὐχῶν ἀδιακρίτως - δηλαδή ἡ μεγαλόφωνη ἀνάγνωση ὅλων τῶν εὐχῶν - καταργεῖ αὐτή τή διαχωριστική γραμμή καί ταυτόχρονα καί τή συνοδικότητα τῆς Ἐκκλησίας καί τήν ἱεραρχικότητα τῶν χαρισμάτων.
- Κατά συνέπειαν, σύμφωνα καί μέ τήν ἀπόφαση τῆς Ι.Σ.Ι., πρέπει οἱ εὐχές τῆς Θείας Λειτουργίας νά λέγονται "χαμηλοφώνως", δηλ. εἰς ἐπήκοον κυρίως τῶν συλλειτουργούντων ἱερέων. Ἐδῶ χρειάζεται διάκριση καί ἐπιλογή. Οἱ εὐχές πού μπορεῖ νά ἀκούονται καί ἀπό τούς πιστούς εἶναι ἐκεῖνες πού τούς ἀφοροῦν. Καί αὐτές εἶναι οἱ συντριπτικά περισσότερες. Τίς λέγει ὁ ἱερεύς χαμηλοφώνως ὥστε νά μή καταργεῖ τήν ἱεροπρέπεια καί νά διευκολύνει τή συμμετοχή τῶν λαϊκῶν. Κατά τήν ὥραν τῆς ἀναγνώσεως ὁ ἱεροψάλτης ψάλλει ὅ,τι πρέπει καί ὅταν τελειώσει ἐπικρατεῖ σιγή, ἡ ὁποία εὐνοεῖ τήν κατάνυξη καί τήν προσευχή.
Δ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Μετά τά ὅσα ἐκτενῶς εἴπαμε, νομίζω ὅτι γίνεται σαφές ὅτι ὁ τρόπος ἀποδόσεως τῶν εὐχῶν ἀφορᾶ σ` ἐκεῖνες τίς εὐχές πού ἀπευθύνονται ἀπό τόν λειτουργό ἱερέα στό Θεό καί ἀναφέρονται στούς πιστούς. Καί αὐτές εἶναι οἱ περισσότερες. Οἱ εὐχές αὐτές λέγονται χαμηλοφώνως ὥστε καί οἱ συλλειτουργοῦντες ἱερεῖς νά τίς ἀκούουν καί ὁ λαός, χωρίς νά γίνεται καί ἰδιαίτερη προσπάθεια μέσῳ τῶν μεγαφώνων νά ἐπιβάλλεται διά τῆς ἰσχύος τοῦ ἤχου ἡ ἀνάγνωση. Στή Θεία Λατρεία ἡ σεμνότης καί ἡ ἱεροπρέπεια ἔχουν ἰδιαίτερη τιμή καί ἀξία.
Μετά πατρικῶν εὐχῶν καί ἐν Χριστῷ ἀγάπης
Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
|
«Κράτα γερά μέσα σου τα ζώπυρα της πίστεως που παρέλαβες από τους γονείς σου. Η Ελλάδα είναι η χώρα των μεγάλων αγώνων για την κατίσχυση των μεγάλων ιδανικών. Μην αφήσεις τη χώρα σου να χάσει το χαρακτήρα της και να μετατραπεί σε μάζα ανθρώπων, χωρίς συνείδηση, χωρίς εθνικότητα και χωρίς ταυτότητα. Μέσα σ' αυτή τη μάζα κινδυνεύεις να γίνεις ένα νούμερο, ένας αριθμός, να χάσεις την ελευθερία της προσωπικότητάς σου. Αδελφοί, μείνατε εδραίοι και αμετακίνητοι σε όσα μάθατε και σε όσα επιστώθητε. Μείνατε σταθεροί στην πίστη και στα ιδανικά του Γένους. Αυτό είναι το χρέος μας.»
|